- τιμοκράτης
- τιμοκράτηςa 'timocratmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Τιμοκράτης — a timocrat masc acc pl (attic epic doric) Τιμοκράτης a timocrat masc nom/voc pl (doric aeolic) Τιμοκράτης a timocrat masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τιμοκράτης — ὁ, Α άρχων κατά τη διάρκεια ισχύος τιμοκρατικού πολιτεύματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τιμή + κράτης (< κράτος), πρβλ. δημο κράτης] … Dictionary of Greek
Τιμοκράτει — Τιμοκράτης a timocrat masc nom/voc/acc dual (attic epic) Τιμοκράτεϊ , Τιμοκράτης a timocrat masc dat sg (epic ionic) Τιμοκράτης a timocrat masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιμοκράτη — Τιμοκράτης a timocrat masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Τιμοκράτης a timocrat masc acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιμοκρατῶν — Τιμοκράτης a timocrat masc gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τιμοκρατῶν — τιμοκράτης a timocrat masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τιμοκράτη — τιμοκράτης a timocrat masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιμοκράτην — Τιμοκράτης a timocrat masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τιμοκράτην — τιμοκράτης a timocrat masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιμοκράτους — Τιμοκράτης a timocrat masc gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)